Πόσο μοιάζουν και πόσο διαφέρουν οι άνθρωποι και τα ζώα μεταξύ τους. Αυτό να σκεφτόμαστε λίγο πιο πολύ και η κοινωνία μας θα ζούσε καλύτερα.
Ο μεγάλος Μαχάτμα Γκάντι είχε πει: "μάθετε να ζείτε απλά για να βοηθήσετε τους άλλους να ζουν απλά...
Στη φωτογραφία από τον ζωολογικό κήπο του Λονδίνου, η Λίζα η εντεκάχρονη γορίλας κρατάει στην αγκαλιά της τον δύο μηνών γιο της. (ΕΡΑ)
28 Νοε 2010
22 Νοε 2010
"Όλοι έχουν θέση στο Ιμαρέτ του Θεού"...
Ένα ενδιαφέρον και πρωτότυπο βιβλίο που διάβασα πρόσφατα είναι το Ιμαρέτ, στη σκιά του ρολογιού του Γιάννη Καλπούζου τον οποίο ομολογώ, δεν ήξερα. Όμως η ανάγνωση αυτού του μυθιστορήματος μου δημιούργησε πολλά συναισθήματα.Και βέβαια δεν ήμουν και ο μόνος αφού το συγκεκριμένο έργο ψηφίστηκε από τους Έλληνες αναγνώστες σαν το καλύτερο του 2009 στα πλαίσια του διαγωνισμού από το ΕΚΕΒΙ.
Το δυνατό σημείο της ιστορίας είναι για μένα, οι ρεαλιστικές περιγραφές των τοποθεσιών της εποχής λες και ο συγγραφέας εκατόν πενήντα περίπου χρόνια πριν, ήταν εκεί. Οι λεπτομέρειες δε που μας παραθέτει καθιστά την ανάγνωση μαγική αφού χωρίς να το καταλάβεις. βρίσκεσαι σε μια άλλη εποχή πράγμα που πολύ μου αρέσει προσωπικά. Οι πολλές τουρκικές και οι λίγες εβραικές λέξεις που χρησιμοποιούνται από τους ήρωες του μυθιστορήματος είναι κάτι που από μόνο του αποκτά ενδιαφέρον για κάποιον που του αρέσει μέσα από τη γλώσσα που μιλιέται να ανακαλύπτει ήθη, έθιμα, νοοτροπίες της εποχής και πόσο μάλλον όταν όλα αυτά αφορούν συμβίωση με άλλους λαούς και αλλόθρησκους. Και πιο συγκεκριμένα σύμφωνα με τον δημιουργό, στην Άρτα του 1854 έχουμε να κάνουμε με χίλιες οικογένειες Ελλήνων, διακόσιες πενήντα Οσμανλήδων (σαν να λέμε Τούρκων), εκατόν εξήντα Εβραίων. Μια κοινωνία 6500 ψυχών τριών φυλών που έχουν η κάθε μία τους δικούς της κώδικες και κανόνες συνυπάρχοντας και σμίγοντας στους ίδιους δρόμους πότε αρμονικά και πότε κινούμενες ξεχωριστά η μία με την άλλη και μάλιστα κάποτε κάτω από εντάσεις και πάθη. Σε κάθε όμως περίπτωση διατηρώντας η κάθε μία την αυτοτέλεια της.
Όλα αυτά συνθέτουν μια θαυμάσια ηθογραφία της εποχής με πρωταγωνιστές δυο καρδιακούς συνομήλικους φίλους, έναν Έλληνα κι έναν Τούρκο που με τη συμπεριφορά τους μας δίνουν μαθήματα ανθρώπινης αξιοπρέπειας και αγάπης απέναντι και μεταξύ δύο λαών-γειτόνων που έχουν προαιώνια έχθρα μεταξύ τους. Και πάνω από όλα αυτά ο Γιάννης Καλπούζος μας ξεδιπλώνει την σοφία του απλού λαού μέσα από τον χαρακτήρα του παππού-Ισμαήλ, ενός σεβάσμιου φιλόσοφου γέροντα που οι "παραινέσεις" του μας δείχνουν πολλές αλήθειες της ζωής. Όπως αναφέρει κάπου: "Ένα Ιμαρέτ είναι η γη. Το Ιμαρέτ του Θεού. Κι εμείς οι φτωχοί, τα ορφανά και οι ταξιδιώτες της ζωής, που μας φιλοξενεί..."
Το οπισθόφυλλο του βιβλίο μας βάζει στην υπόθεση:
Άρτα 1854. Τουρκοκρατία. Δύο αγόρια γεννιούνται την ίδια νύχτα. Ένας Έλληνας και ένας Τούρκος που η μοίρα τους κάνει ομογάλακτους. Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή τους με φόντο την άγνωστη ιστορία της περιοχής. Ο Γιάννης Καλπούζος αναπαριστάνει με μοναδικό τρόπο μια ολόκληρη εποχή. Έλληνες, Τούρκοι, Εβραίοι, ο παππούς Ισμαήλ, η "μικρή" ακόμη Ελλάδα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο φανατικός Ντογάν, οι συγκρούσεις, οι επαναστάσεις, η συνύπαρξη, οι Απόκριες, το Ραμαζάνι, τα πρόσωπα και οι συνήθειες των κατοίκων των τριών φυλών, λαθρέμποροι, κολίγοι, τσιφλικάδες, ο πλούτος μαζί με την εξαθλίωση. Όλοι έχουν θέση στο ιμαρέτ του Θεού.
Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2008
Το δυνατό σημείο της ιστορίας είναι για μένα, οι ρεαλιστικές περιγραφές των τοποθεσιών της εποχής λες και ο συγγραφέας εκατόν πενήντα περίπου χρόνια πριν, ήταν εκεί. Οι λεπτομέρειες δε που μας παραθέτει καθιστά την ανάγνωση μαγική αφού χωρίς να το καταλάβεις. βρίσκεσαι σε μια άλλη εποχή πράγμα που πολύ μου αρέσει προσωπικά. Οι πολλές τουρκικές και οι λίγες εβραικές λέξεις που χρησιμοποιούνται από τους ήρωες του μυθιστορήματος είναι κάτι που από μόνο του αποκτά ενδιαφέρον για κάποιον που του αρέσει μέσα από τη γλώσσα που μιλιέται να ανακαλύπτει ήθη, έθιμα, νοοτροπίες της εποχής και πόσο μάλλον όταν όλα αυτά αφορούν συμβίωση με άλλους λαούς και αλλόθρησκους. Και πιο συγκεκριμένα σύμφωνα με τον δημιουργό, στην Άρτα του 1854 έχουμε να κάνουμε με χίλιες οικογένειες Ελλήνων, διακόσιες πενήντα Οσμανλήδων (σαν να λέμε Τούρκων), εκατόν εξήντα Εβραίων. Μια κοινωνία 6500 ψυχών τριών φυλών που έχουν η κάθε μία τους δικούς της κώδικες και κανόνες συνυπάρχοντας και σμίγοντας στους ίδιους δρόμους πότε αρμονικά και πότε κινούμενες ξεχωριστά η μία με την άλλη και μάλιστα κάποτε κάτω από εντάσεις και πάθη. Σε κάθε όμως περίπτωση διατηρώντας η κάθε μία την αυτοτέλεια της.
Όλα αυτά συνθέτουν μια θαυμάσια ηθογραφία της εποχής με πρωταγωνιστές δυο καρδιακούς συνομήλικους φίλους, έναν Έλληνα κι έναν Τούρκο που με τη συμπεριφορά τους μας δίνουν μαθήματα ανθρώπινης αξιοπρέπειας και αγάπης απέναντι και μεταξύ δύο λαών-γειτόνων που έχουν προαιώνια έχθρα μεταξύ τους. Και πάνω από όλα αυτά ο Γιάννης Καλπούζος μας ξεδιπλώνει την σοφία του απλού λαού μέσα από τον χαρακτήρα του παππού-Ισμαήλ, ενός σεβάσμιου φιλόσοφου γέροντα που οι "παραινέσεις" του μας δείχνουν πολλές αλήθειες της ζωής. Όπως αναφέρει κάπου: "Ένα Ιμαρέτ είναι η γη. Το Ιμαρέτ του Θεού. Κι εμείς οι φτωχοί, τα ορφανά και οι ταξιδιώτες της ζωής, που μας φιλοξενεί..."
Το οπισθόφυλλο του βιβλίο μας βάζει στην υπόθεση:
Άρτα 1854. Τουρκοκρατία. Δύο αγόρια γεννιούνται την ίδια νύχτα. Ένας Έλληνας και ένας Τούρκος που η μοίρα τους κάνει ομογάλακτους. Το μυθιστόρημα παρακολουθεί τη ζωή τους με φόντο την άγνωστη ιστορία της περιοχής. Ο Γιάννης Καλπούζος αναπαριστάνει με μοναδικό τρόπο μια ολόκληρη εποχή. Έλληνες, Τούρκοι, Εβραίοι, ο παππούς Ισμαήλ, η "μικρή" ακόμη Ελλάδα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο φανατικός Ντογάν, οι συγκρούσεις, οι επαναστάσεις, η συνύπαρξη, οι Απόκριες, το Ραμαζάνι, τα πρόσωπα και οι συνήθειες των κατοίκων των τριών φυλών, λαθρέμποροι, κολίγοι, τσιφλικάδες, ο πλούτος μαζί με την εξαθλίωση. Όλοι έχουν θέση στο ιμαρέτ του Θεού.
Εκδόσεις Μεταίχμιο, 2008
13 Νοε 2010
Κατουρημένος σκουπιδότοπος!...
Βρωμερή και τρισάθλια η Αθήνα στα περισσότερα μέρη της Εγκαταλελειμένη στην οπισθοδρόμηση στις περισσότερες γειτονιές της. Φταίνε οι κάτοικοι της; φταίνε οι περαστικοί της; φταίνε οι δημοτικοί υπάλληλοι της; φταίει η κρατική αδιαφορία; φταίει ο Δήμαρχος της; Νομίζω όλα αυτά μαζί. Περισσότερο από όλα όμως, το τελευταίο: ο Κακλαμάνης.
Κι όλα αυτά συμβαίνουν κάτω από τον ομορφότερο ουρανό και πάνω σε λαμπρά μνημεία ένός ανώτερου πολιτισμού και σε χαραγμένα σημάδια μια άλλοτε ένδοξης πόλης. Η θεά αυτής της πόλης μας κοιτά από ψηλά και θλίβεται...
Κι όλα αυτά συμβαίνουν κάτω από τον ομορφότερο ουρανό και πάνω σε λαμπρά μνημεία ένός ανώτερου πολιτισμού και σε χαραγμένα σημάδια μια άλλοτε ένδοξης πόλης. Η θεά αυτής της πόλης μας κοιτά από ψηλά και θλίβεται...
8 Νοε 2010
Η αποχή πρώτη δύναμη!...
Επιτέλους! Τα "πελατάκια" αυτού του διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος αντέδρασαν. 40 τοις εκατό είναι μια απάντηση-χαστούκι στη ψευτιά, στην κλεψιά, στην υποκρισία και στην έλλειψη σεβασμού προς τον πολίτη.
Βαρέθηκα να πριμοδοτώ "το μή χείρον βέλτιστον"...
Βαρέθηκα να πριμοδοτώ "το μή χείρον βέλτιστον"...
6 Νοε 2010
Η απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας των εκλογών...
Τα όνειρα δεν αγοράζονται, ούτε πωλούνται.
1 Νοε 2010
Πώς να χωρέσουν όλα μέσα σ ένα Σαββατοκύριακο;
Νύχτα Κυριακής προς Δευτέρα. Είμαι μπροστά στον υπολογιστή μου και γράφω τις σκέψεις μου και τους προβληματισμούς μου για κάτι που μου συμβαίνει κάθε τέλος της εβδομάδας. Στο μυαλό μου έρχεται η Παρασκευή. Η καλύτερη μου ημέρα. Από το απόγευμα της και μετά η ψυχολογία στα ύψη. Παίρνοντας το μπάνιο μου σκέφτομαι ότι έχω να κάνω πολλά το ΣΚ που τις καθημερινές δεν προλαβαίνω. Βγαίνοντας από το λουτρό ετοιμάζομαι για να πάω στο κολυμβητήριο του Γιάννη του γυιου μου. Πριν φύγω γράφω βιαστικά σε ένα χαρτί όλα αυτά που σκοπεύω να κάνω.
Φτάνω στο κυλικείο της πισίνας όλο κέφι. Συναντώ κάποιους με τους οποίους συνηθίζω κάθε Παρασκευή να πλακώνομαι στα τσίπουρα και τους μεζέδες. Όλα δείχνουν τέλεια. Κάποιος ρίχνει την ιδέα αφού τελειώσουν τα παιδιά να πάμε μαζί τους για σουβλάκια. Μέσα!
Στο ψητοπωλείο το κρασί ανεβάζει τη διάθεση και το Σαββατοκύριακο που έρχεται μοιάζει γιορταστικό. Μετά από μιάμιση ώρα γυρίζουμε σπίτι.
Το επόμενο πρωί στις 8, πίνοντας τον τούρκικο μου διαβάζω τη "λίστα" μου. Σε λίγο με μια φόρμα και αθλητικά παπούτσια βρίσκομαι να τρέχω στο άλσος κοντά στο σπίτι μου. Έχω αρχίσει να υλοποιώ τις "δουλειές" που είναι γραμμένες στο χαρτί. Γυρίζω πίσω. Ντουζάκι, ντύσιμο, ελαφρύ πρωϊνό, διάβασμα διαφόρων εντύπων.
Στις 10 φεύγουμε με τον μικρό για το μάθημα του στους παραδοσιακούς χορούς. Στην ώρα διδασκαλίας που μεσολαβεί κάνω τα εβδομαδιαία ψώνια.
Μετά την επιστροφή μας στο σπίτι, ο γυιος στρώνεται στο διάβασμα κι εγώ σε κάποιες δουλειές του σπιτιού. Λίγο πριν το μεσημέρι καταπιάνομαι με το πλύσιμο Ι.Χ. και μοτό. Η ώρα πάει 2 και πρέπει να ψήσω ψάρια και αφού φάμε, τα μαζέψω, κάτι από εδώ κάτι από εκεί το ρολόι της κουζίνας δείχνει 4. Πάει ο μεσημεριανός ύπνος που ονειρευόμουνα. Ξαπλώνω ζαβλακωμένος χαζεύοντας λίγο τηλεόραση μέχρι που αποφασίζω να σηκωθώ για έναν καπουτσίνο.
Είμαι στη μέση της ημέρας του υπέροχου Σαββάτου. Αρχίζω να διαβάζω ένα βιβλίο που έχω αφήσει από την προηγούμενη εβδομάδα στη μέση αλλά μετά από δέκα λεπτά με φωνάζει ο Γιάννης για να τον βοηθήσω λίγο στα αγγλικά. Αυτό μου δίνει το ερέθισμα να φρεσκάρω τις γνώσεις μου διαβάζοντας μετά από λίγο, ένα αγγλόφωνο βιβλίο που έχω ξεκινήσει. Χτυπάει το τηλέφωνο. Είναι ένας καλός φίλος. Κανονίζουμε να βγούμε το βράδυ. Εξέλιξη όχι καλή για την βιβλιοθήκη μου που ήθελα να τακτοποιήσω εφ όσον έμενα μέσα το βράδυ.
Πρώτα όμως έχω να πάω στο γήπεδο που με περιμένει μια παρέα. Προετοιμάζομαι για την έξοδο με αργούς ρυθμούς ακούγοντας μουσική και τραγουδώντας. Στις 7 είμαι ήδη στην αττική οδό με προορισμό το Ο.Α.Κ.Α. Δυόμισι ώρες περίπου μετά, κινούμαι χαρούμενος στην αντίθετη κατεύθυνση της επιστροφής. Η ομάδα νίκησε.
Λίγο μετά τις 10 βρίσκομαι στο γκαράζ του σπιτιού μου όπου μετά από ένα τρεχαλητό ετοιμασίας για να προλάβω το ραντεβού, βάζω εμπρός το αυτοκίνητο και φεύγω.
Η βραδυά είναι κάπως γλυκιά και κυλάει παρείστικα περιδιαβαίνοντας το αγαπημένο μου Θησείο και τα Άνω Πετράλωνα για λίγο φαγητό και πολλά ποτά.
Το πρωϊνό της Κυριακής με βρίσκει να πίνω καφέ στη βεράντα μου ακούγοντας χαμηλά κλασσική μουσική και διαβάζοντας ένα free press έντυπο. Αν και ξενύχτης δεν μπορώ να κοιμηθώ πολύ κι αυτό είναι κακό. Γύρω στις 8 και μισή ο μικρός ξυπνάει και χαλάει την ησυχία μου. Συνήθως κάθε Κυριακή κάνουμε "επαναλήψεις" για το σχολείο του και δη Μαθηματικά. Ευτυχώς που σήμερα ο νεαρός γυμνασιόπαις της δευτέρας τάξης έχει έμπνευση και τελειώνουμε γρήγορα. Έτσι μπορούμε να φύγουμε για το Παναθηναϊκό Στάδιο για να παρακολουθήσουμε τον τερματισμό του χρυσού μαραθωνίου στην κλασσική διαδρομή της Αθήνας.
Στις 11 και κάτι είμαστε ήδη μέσα στο Στάδιο. Η ατμόσφαιρα φανταστική. Δέκα λεπτά περίπου αργότερα ο πρώτος μαραθωνοδρόμος μπαίνει στον ιερό χώρο. Θα τερματίσει κοιτάζοντας ψηλά στον ουρανό. Θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Όλοι οι αθλητές γνωρίζουν την αποθέωση από χιλιάδες κόσμο που μαζεύτηκαν εκεί. Νοιώθω συγκίνηση γι αυτή την ειρηνική μάζωξη ανθρώπων από όλα τα μήκη και πλάτη της γης.
Λίγο πριν τις 12 φεύγουμε ανηφορίζοντας την Ηρώδου Αττικού ενώ δεκάδες δρομείς εξακολουθούν να πλησιάζουν στο τέλος της κοπιαστικής πορείας τους προκαλώντας μέσα από την προσπάθεια τους το παρατεταγμένο δεξιά και αριστερά πλήθος να τους επευφημεί.
Επιστρέφουμε σπίτι και ετοιμαζόμαστε για το μεσημεριανό φαγητό συζητώντας για ότι είδαμε στην Αθήνα. Μετά το γεύμα κατεβαίνω στην αποθήκη για κάποιες εργασίες τις οποίες δεν προλαβαίνω να τελειώσω όπως θα ήθελα γιατί κάποια στιγμή νοιώθω να νυστάζω. Η ώρα έχει πάει ήδη 3 και μισή κι εγώ δεν πρόκειται πάλι να κοιμηθώ, γιατί έχω τάξει του Γιάννη να πάμε για τέννις. Ας όψεται η χαρά του όταν παίζει αυτό το σπορ και η αδυναμία μου για εκείνον.
Ο αγώνας έχει ενδιαφέρον αλλά στα περισσότερα games είμαι ο νικητής αν και ο μικρός έχει βελτιωθεί πολύ και στο μέλλον προβάλλει να πάρει κάποια στιγμή το αίμα του πίσω. Όταν η ώρα πηγαίνει 5 και μισή, έχει αρχίσει να σκοτεινιάζει γι αυτό κι εμείς γυρνάμε στο κονάκι μας.
Όταν τελειώνω το ανακουφιστικό μπάνιο χτυπάει το κινητό. Στην άλλη γραμμή η φωνή ενός φίλου με προσκαλεί να βγούμε οικογενειακά "για να παίξουν τα παιδιά". Δέχομαι για χάρη του παιδιού αν και είχα στο πρόγραμμα της "λίστας" μου να δουλέψω κάτι για τη δουλειά μου στον υπολογιστή.
Στις 6 και μισή συναντιόμαστε όλοι σε μια καφετέρια δίπλα σε μια πλατεία με μπασκέτες. Τα παιδιά -δύο ο φίλος, ένα εγώ- ξαμολιούνται ενώ εμείς βρίσκουμε την ευκαιρία να τα πούμε πίνοντας τσάι-καραμέλα. Στις 8 πρέπει να φύγουμε γιατί ο φίλος έχει συνέλευση στην πολυκατοικία του όπου είναι διαχειριστής. Ο δικός μου γκρινιάζει με το δίκιο του και για να τον αποζημιώσω του λέω πως θα πάμε όλοι μαζί, εγώ αυτός κι η μαμά του να φάμε καταπληκτικά αρμένικα πιάτα κάπου στον Κολωνό. Συμφωνεί ενθουσιασμένα και να που όταν η ώρα πλσιάζει 8 και μισή έχουμε στρογγυλοκάτσει στο εν λόγω μαγαζί.
Πράγματι το φαγητό είναι θαυμάσιο και αρέσει σε όλους. Όταν έρχεται η ώρα να πληρώσω θυμίζω στην παρέα πως αύριο έχουμε και σχολείο.
Είναι δεν είναι δέκα και μισή όταν ξεκινάμε την διαδικασία για τον ύπνο. Πλύσιμο δόντια, φτιάξιμο τσάντας, ρούχα για το πρωί και "καλυνύχτα". Κι εγώ αφού ετοιμάσω το επαγγελματικό μου πρόγραμμα της αυριανής ημέρας αναζητώ και βρίσκω το χαρτάκι όπου είχα γράψει τα διάφορα πράγματα που είχα σκοπό και ήμουνα σίγουρος ότι θα καταφέρω να τελειώσω μέσα σε ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο. Τότε διαπιστώνω πως δεν μπόρεσα και πάλι, να τα χωρέσω όλα.
Δεν πειράζει το επόμενο Σαββατοκύριακο είναι κοντά...
Φτάνω στο κυλικείο της πισίνας όλο κέφι. Συναντώ κάποιους με τους οποίους συνηθίζω κάθε Παρασκευή να πλακώνομαι στα τσίπουρα και τους μεζέδες. Όλα δείχνουν τέλεια. Κάποιος ρίχνει την ιδέα αφού τελειώσουν τα παιδιά να πάμε μαζί τους για σουβλάκια. Μέσα!
Στο ψητοπωλείο το κρασί ανεβάζει τη διάθεση και το Σαββατοκύριακο που έρχεται μοιάζει γιορταστικό. Μετά από μιάμιση ώρα γυρίζουμε σπίτι.
Το επόμενο πρωί στις 8, πίνοντας τον τούρκικο μου διαβάζω τη "λίστα" μου. Σε λίγο με μια φόρμα και αθλητικά παπούτσια βρίσκομαι να τρέχω στο άλσος κοντά στο σπίτι μου. Έχω αρχίσει να υλοποιώ τις "δουλειές" που είναι γραμμένες στο χαρτί. Γυρίζω πίσω. Ντουζάκι, ντύσιμο, ελαφρύ πρωϊνό, διάβασμα διαφόρων εντύπων.
Στις 10 φεύγουμε με τον μικρό για το μάθημα του στους παραδοσιακούς χορούς. Στην ώρα διδασκαλίας που μεσολαβεί κάνω τα εβδομαδιαία ψώνια.
Μετά την επιστροφή μας στο σπίτι, ο γυιος στρώνεται στο διάβασμα κι εγώ σε κάποιες δουλειές του σπιτιού. Λίγο πριν το μεσημέρι καταπιάνομαι με το πλύσιμο Ι.Χ. και μοτό. Η ώρα πάει 2 και πρέπει να ψήσω ψάρια και αφού φάμε, τα μαζέψω, κάτι από εδώ κάτι από εκεί το ρολόι της κουζίνας δείχνει 4. Πάει ο μεσημεριανός ύπνος που ονειρευόμουνα. Ξαπλώνω ζαβλακωμένος χαζεύοντας λίγο τηλεόραση μέχρι που αποφασίζω να σηκωθώ για έναν καπουτσίνο.
Είμαι στη μέση της ημέρας του υπέροχου Σαββάτου. Αρχίζω να διαβάζω ένα βιβλίο που έχω αφήσει από την προηγούμενη εβδομάδα στη μέση αλλά μετά από δέκα λεπτά με φωνάζει ο Γιάννης για να τον βοηθήσω λίγο στα αγγλικά. Αυτό μου δίνει το ερέθισμα να φρεσκάρω τις γνώσεις μου διαβάζοντας μετά από λίγο, ένα αγγλόφωνο βιβλίο που έχω ξεκινήσει. Χτυπάει το τηλέφωνο. Είναι ένας καλός φίλος. Κανονίζουμε να βγούμε το βράδυ. Εξέλιξη όχι καλή για την βιβλιοθήκη μου που ήθελα να τακτοποιήσω εφ όσον έμενα μέσα το βράδυ.
Πρώτα όμως έχω να πάω στο γήπεδο που με περιμένει μια παρέα. Προετοιμάζομαι για την έξοδο με αργούς ρυθμούς ακούγοντας μουσική και τραγουδώντας. Στις 7 είμαι ήδη στην αττική οδό με προορισμό το Ο.Α.Κ.Α. Δυόμισι ώρες περίπου μετά, κινούμαι χαρούμενος στην αντίθετη κατεύθυνση της επιστροφής. Η ομάδα νίκησε.
Λίγο μετά τις 10 βρίσκομαι στο γκαράζ του σπιτιού μου όπου μετά από ένα τρεχαλητό ετοιμασίας για να προλάβω το ραντεβού, βάζω εμπρός το αυτοκίνητο και φεύγω.
Η βραδυά είναι κάπως γλυκιά και κυλάει παρείστικα περιδιαβαίνοντας το αγαπημένο μου Θησείο και τα Άνω Πετράλωνα για λίγο φαγητό και πολλά ποτά.
Το πρωϊνό της Κυριακής με βρίσκει να πίνω καφέ στη βεράντα μου ακούγοντας χαμηλά κλασσική μουσική και διαβάζοντας ένα free press έντυπο. Αν και ξενύχτης δεν μπορώ να κοιμηθώ πολύ κι αυτό είναι κακό. Γύρω στις 8 και μισή ο μικρός ξυπνάει και χαλάει την ησυχία μου. Συνήθως κάθε Κυριακή κάνουμε "επαναλήψεις" για το σχολείο του και δη Μαθηματικά. Ευτυχώς που σήμερα ο νεαρός γυμνασιόπαις της δευτέρας τάξης έχει έμπνευση και τελειώνουμε γρήγορα. Έτσι μπορούμε να φύγουμε για το Παναθηναϊκό Στάδιο για να παρακολουθήσουμε τον τερματισμό του χρυσού μαραθωνίου στην κλασσική διαδρομή της Αθήνας.
Στις 11 και κάτι είμαστε ήδη μέσα στο Στάδιο. Η ατμόσφαιρα φανταστική. Δέκα λεπτά περίπου αργότερα ο πρώτος μαραθωνοδρόμος μπαίνει στον ιερό χώρο. Θα τερματίσει κοιτάζοντας ψηλά στον ουρανό. Θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Όλοι οι αθλητές γνωρίζουν την αποθέωση από χιλιάδες κόσμο που μαζεύτηκαν εκεί. Νοιώθω συγκίνηση γι αυτή την ειρηνική μάζωξη ανθρώπων από όλα τα μήκη και πλάτη της γης.
Λίγο πριν τις 12 φεύγουμε ανηφορίζοντας την Ηρώδου Αττικού ενώ δεκάδες δρομείς εξακολουθούν να πλησιάζουν στο τέλος της κοπιαστικής πορείας τους προκαλώντας μέσα από την προσπάθεια τους το παρατεταγμένο δεξιά και αριστερά πλήθος να τους επευφημεί.
Επιστρέφουμε σπίτι και ετοιμαζόμαστε για το μεσημεριανό φαγητό συζητώντας για ότι είδαμε στην Αθήνα. Μετά το γεύμα κατεβαίνω στην αποθήκη για κάποιες εργασίες τις οποίες δεν προλαβαίνω να τελειώσω όπως θα ήθελα γιατί κάποια στιγμή νοιώθω να νυστάζω. Η ώρα έχει πάει ήδη 3 και μισή κι εγώ δεν πρόκειται πάλι να κοιμηθώ, γιατί έχω τάξει του Γιάννη να πάμε για τέννις. Ας όψεται η χαρά του όταν παίζει αυτό το σπορ και η αδυναμία μου για εκείνον.
Ο αγώνας έχει ενδιαφέρον αλλά στα περισσότερα games είμαι ο νικητής αν και ο μικρός έχει βελτιωθεί πολύ και στο μέλλον προβάλλει να πάρει κάποια στιγμή το αίμα του πίσω. Όταν η ώρα πηγαίνει 5 και μισή, έχει αρχίσει να σκοτεινιάζει γι αυτό κι εμείς γυρνάμε στο κονάκι μας.
Όταν τελειώνω το ανακουφιστικό μπάνιο χτυπάει το κινητό. Στην άλλη γραμμή η φωνή ενός φίλου με προσκαλεί να βγούμε οικογενειακά "για να παίξουν τα παιδιά". Δέχομαι για χάρη του παιδιού αν και είχα στο πρόγραμμα της "λίστας" μου να δουλέψω κάτι για τη δουλειά μου στον υπολογιστή.
Στις 6 και μισή συναντιόμαστε όλοι σε μια καφετέρια δίπλα σε μια πλατεία με μπασκέτες. Τα παιδιά -δύο ο φίλος, ένα εγώ- ξαμολιούνται ενώ εμείς βρίσκουμε την ευκαιρία να τα πούμε πίνοντας τσάι-καραμέλα. Στις 8 πρέπει να φύγουμε γιατί ο φίλος έχει συνέλευση στην πολυκατοικία του όπου είναι διαχειριστής. Ο δικός μου γκρινιάζει με το δίκιο του και για να τον αποζημιώσω του λέω πως θα πάμε όλοι μαζί, εγώ αυτός κι η μαμά του να φάμε καταπληκτικά αρμένικα πιάτα κάπου στον Κολωνό. Συμφωνεί ενθουσιασμένα και να που όταν η ώρα πλσιάζει 8 και μισή έχουμε στρογγυλοκάτσει στο εν λόγω μαγαζί.
Πράγματι το φαγητό είναι θαυμάσιο και αρέσει σε όλους. Όταν έρχεται η ώρα να πληρώσω θυμίζω στην παρέα πως αύριο έχουμε και σχολείο.
Είναι δεν είναι δέκα και μισή όταν ξεκινάμε την διαδικασία για τον ύπνο. Πλύσιμο δόντια, φτιάξιμο τσάντας, ρούχα για το πρωί και "καλυνύχτα". Κι εγώ αφού ετοιμάσω το επαγγελματικό μου πρόγραμμα της αυριανής ημέρας αναζητώ και βρίσκω το χαρτάκι όπου είχα γράψει τα διάφορα πράγματα που είχα σκοπό και ήμουνα σίγουρος ότι θα καταφέρω να τελειώσω μέσα σε ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο. Τότε διαπιστώνω πως δεν μπόρεσα και πάλι, να τα χωρέσω όλα.
Δεν πειράζει το επόμενο Σαββατοκύριακο είναι κοντά...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)