Έχω εκφραστεί πολλές φορές στη ζωή μου αλλά ενίοτε και εδώ μέσα, πως στη ζωή μας δεν χρειάζεται να τα κάνουμε όλα για το χρήμα. Και μάλιστα όταν στο παρελθόν υπήρξαν παραδείγματα που μας το επιβεβαίωναν αυτό. Κι αν ακόμη σε αυτές τις περιπτώσεις-οδηγός δεν βρίσκουμε την αφορμή να τις ακολουθήσουμε στην καθημερινότητα μας, ας κάτσουμε τουλάχιστον να σκεφτούμε μήπως μπορούμε να βρούμε σε κάποια από αυτές κάτι κοινό με εμάς. Καλό θα μας κάνει νομίζω.
Μια τέτοια περίπτωση λοιπόν υπήρξε με τη στάση του στη ζωή και τους ανθρώπους, ο τραγουδοποιός ΝΙΚΟΛΑΣ ΑΣΙΜΟΣ που πολλοί πήραν από αυτόν ενώ εκείνος δεν πήρε τίποτα. Σαν αύριο ήταν που "αρνήθηκε" να ζει στον μάταιο για εκείνον κόσμο μας.
Γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το 1949 (20/8/49) από γονείς Κοζανίτες. Έζησε στην Κοζάνη μέχρι τα δεκαοχτώ του. Από μικρός έδειξε τον ανήσυχο χαρακτήρα του. Είχε μεγάλη αντίληψη. περιέργεια και ήταν πολύ φιλομαθής. Σαν μαθητής, του άρεσε να διαβάζει εξωσχολικά βιβλία και στο σχολείο ήταν από τους πρώτους μαθητές. Μελέτη ελάχιστη (κυρίως στο γυμνάσιο). “Από μικρός ήταν ζωηρός, αμφισβητούσε, έψαχνε τη ζωή”, θυμάται ο αδερφός του Δημήτρης Ασιμόπουλος.
Στο Δημοτικό κρατούσε τη σημαία. Στο γυμνάσιο δεν τα ήθελε καθόλου αυτά και καθησύχαζε τους γονείς του καθώς τον έβλεπαν να μην διαβάζει”. Εγώ τα ξέρω, δεν παν να χτυπιούνται, εγώ θα γράψω στα γραπτά”. Είχε πολύ μεγάλη σιγουριά για τον εαυτό του. Οι καθηγητές του ήταν διχασμένοι. Και τον συμπαθούσαν αλλά και δεν τον ανέχονταν, γιατί τους έμπαινε στα ρουθούνια (τους κριτικάριζε με τον τρόπο του.)
Έφηβος ασχολήθηκε με το σχολικό θέατρο (όπου θέατρο ο Νικόλας μέσα), με τον αθλητισμό, με το ποδόσφαιρο (τον είχαν ζητήσει στο σύλλογο της Κοζάνης αλλά δεν πήγε). Έγραφε στίχους. Δημιουργούσε ποιήματα με αφορμές διάφορες (σχολείο, κοινωνική ζωή, πόλη, έρωτας). Οι καθηγητές του γνωμάτευσαν ότι είχε πρόωρη ωριμότητα. Πολλές εκδηλώσεις του σχολείου του και εκτός γίνονταν με πρωτοβουλίες του.
Τα σχολικά βιβλία του τα διάβαζε ολόκληρα και δεν τα ξαναδιάβαζε (ή έριχνε καμιά ματιά). Τελειώνει το Λύκειο τότε Πρακτικό-Κλασσικό (θετικά μαθήματα- θεωρητικά μαθήματα). Ο Νικόλας τελείωσε Πρακτικό, μα επέλεξε θεωρητικές επιστήμες. Φροντιστήριο δεν πάτησε. Μαθαίνει (για τις τελικές εξετάσεις) τελευταία στιγμή τα Λατινικά, (τότε) μόνος του και μπαίνει στη Φιλοσοφική Θεσσαλονίκης, τμήμα Νεοεληνικό (1967). Ήθελε να πάει για δημοσιογραφία. Τελειόφοιτος ή απόφοιτος Λυκείου στελνει κάποιο γραπτό σε εφημερίδα της Θεσσαλονίκης χρησιμοποιώντας για πρώτη φορά το ψευδώνυμο “Άσιμος”. Το πραγματικό του επώνυμο ήταν Ασιμόπουλος. Όμως σιγά-σιγά σαν φοιτητής καθιερώνει το “Άσιμος” σαν επίσημο, η ταυτότητα του μένει κάποια στιγμή στην Ασφάλεια, δεν την αναζητεί. ώσπου γύρω στο ‘86 εκδίδει ταυτότητα σαν “Νικόλας Άσιμος”.
Από το ξεκίνημα του σαν φοιτητής θέλησε να ξαναδημιουργήσει το Φοιτητικό θέατρο με δική του αίθουσα (θέατρο) στο πανεπιστήμιο (υπόγειο Φιλοσοφικής σχολής). Ανέβασαν 4-5 έργα: Αριστοφάνη, Μένανδρο, (το 1971, ο “Φοιτητικός Θίασος” ανέβασε τους “Επιτρέποντες” του Μενάνδρου), Μολιέρο στο στρατιωτικό θέατρο (τότε). Με το ξεκίνημα της φοιτητικής του “καριέρας” αγοράζει την πρώτη του κιθάρα. Έπαιζε στις ταβέρνες με τις παρέες του. Την κουβαλούσε πάντα μαζί του. Ήταν αυτοδίδακτος. Στη Θεσσαλονίκη δημιούργησε τρεις μπουάτ. Παράλληλα αρχίζουν οι πρώτες του εμφανίσεις στο αναψυκτήριο του Λευκού Πύργου και μετά στο “Apple”. Ερχόταν αντιμέτωπος με τις “αρχές”, τη Χούντα, γιατί δεν δέχονταν καμμιά λογοκρισία στα τραγούδια του και στα λεγόμενά του. Κυνηγήθηκε και χτυπήθηκε άγρια στα κρατητήρια της ασφάλειας.
Το ‘73 πήρε την πραμάτεια του και κατέβηκε στην Αθήνα για ανεύρεση καλύτερης “τύχης”. Εκεί κατά πρώτον ασχολήθηκε με το θέατρο (στη Θεσσαλονίκη τελείωσε μια ιδιωτική σχολή Δραματικής Τέχνης). Συμμετείχε στο έργο “Τσιρκολάνοι” του Γιώργη Χριστοφιλάκη που ανέβηκε στο Θέατρο “Στοά”. Μετά απ’ αυτό αρχίζει την καλλιτεχνική του “καριέρα” στην Αθήνα. Συνεργάστηκε με επώνυμους και ανώνυμους τραγουδιστές: Λήδα, Σπύρος, Ζωγράφος, Τζαβέλλας, Ζουγανέλλης, Μπουλάς, Αδριανός, Τόλης κ.α. Εμφανίζεται στην Πλάκα. σε συνεργασία με τραγουδιστές, ηθοποιούς, συνθέτες, παρουσιάζοντας έναπρόγραμμα με μουσική, κείμενα, σκετς και ντοκουμέντα κόντρα στο κατεστημένο: “5η εποχή”, “11η εντολή”, “Χνάρι”, “Μουσικό Θέατρο Φτώχειας”, “Σούσουρο”. Το πρώτο αυθεντικό μουσικό καφενείο, συνεργατικός θίασος μουσικών. Πολλά και γνωστά ονόματα ανάμεσα στους τότε συνεργάτες του : Γκαιφύλιας (το 1973), Τραντάλης, Πανυπέρης, Φινίκης, Μουζακίτης, Σπυρόπουλος κ.α. Η συνεργασία όμως χάλαγε στο ξεκίνημά της, λόγω του ασυμβίβαστου χαρακτήρα του. Ίδρυσε μόνος του πολλές μπουάτ (Πλάκα, Εξάρχεια και αλλού). Με το σχήμα “Για ένα πολιτικό καφενείο” δίνει παραστάσεις στον πεζόδρομο της Μνησικλέους για “να συμβάλουμε έμπρακτα κι εμείς οι καλλιτέχνες στην ανατροπή των καταπιεστών του λαού μας”. Δημιούργησε την “Exarchia Square Band” και συμμετείχε σε συναυλίες, εκδηλώσεις κοινωνικοπολιτικές, μουσικοθεατρικά σχήματα, θέατρο του δρόμου (στη Βουκουρεστίου), διάφορα δρώμενα. Συνεργάστηκε κατά καιρούς με πολλά σχήματα και καλλιτέχνες. Τα τελευταία χρόνια ήταν αρκετά κοντά με την Κατερίνα Γώγου.
Έγραφε πολλά τραγούδια που τα ηχογραφούσε σε κασέτες μόνος του (σε στούντιο φίλων του): η πρώτη του ήταν η “παράνομη κασέτα Νο 000001 - με το βαρέλι που για να βγει το σπάει” (συνολικά κυκλοφόρησε 8 διαφορετικές κασέτες). Τις κυκλοφορούσε(τις διακινούσε) ο ίδιος στα Προπύλαια, στο Πολυτεχνείο, στα Εξάρχεια, στο Μοναστηράκι, στο Λυκαβητό, στις διάφορες συναυλίες (έξω από το χώρο τέλεσής τους). Γύρω στο ‘83 ανοίγει ένα μαγαζάκι στα Εξάρχεια, στην Καλλιδρομίου στο ύψος της Ζωοδόχου Πηγής (στον ίδιο χώρο σήμερα υπάρχει κάποιο cafe). Το ονομάζει “Χώρο προετοιμασίας”. Ήταν μαγαζί και σπίτι. Ήταν το πιθάρι του σύγχρονου Διογένη. Εκεί έγραφε, συνέθετε τα τραγούδια του, πουλούσε βιβλία, παιχνιδάκια για τα παιδιά, πρόχειρα κοσμήματα κατασκευής γνωστών του, κασέτες δικές του κυρίως, φωτιστικά, πήλινα, κάρτες παλιές και πολλά άλλα. Γύριζε με ένα ποδήλατο στο οποίο είχε δέσει ένα καφάσι για την μεταφορά της “δουλειάς” του και των ειδών του μαγαζιού του.
Από την “παράνομη” σχέση του με τη Λίλιαν Χαριτάκη γεννιέται το 1976 η κόρη του. Ήταν αντίθετος με τους θεσμούς της σημερινής κοινωνίας (γάμος, παιδεία, θητεία στο στρατό, εμπορικά κυκλώματα κ.λ.π.)
Το 1974 εκδίδει με τη ΛΥΡΑ - ZODIAC τον πρώτο του δίσκο 45 στροφών (Ρωμιός- Μηχανισμός).
Το 1983 κυκλοφορεί δίσκο 33 στροφών με την ΜΙΝΟΣ (“ΞΑΝΑΠΕΣ ΤΟ”).
Το 1980-81 γράφει ένα βιβλίο με τον τίτλο “ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΚΡΟΚΑΝΘΡΩΠΟΥΣ” και το κυκλοφόρησε σε ελάχιστα αντίτυπα (έκδοση “ανέκδοτο” απλή, πρόχειρη).
· Στρατιωτικό : 1978-79 Αρχίζει η διαδικασία για την επίτευξη του στόχου του “να μην υπηρετήσει”. Παίρνει οριστικά απολυτήριο- δεν ξέρω πότε- λόγω “ψυχο... συνδρόμου”. Απολυτήριο σχιζοειδούς ψυχώσεως: “Ψυχωσική συνδρομή σχιζοφρενικού τύπου” ή κατά το Νικόλα: “Σχιζοφρενοβλαβίωση”.
· 24/10/1977 Φυλακίζεται μαζί με 5 άλλους εκδότες-συγγραφείς. Αιτία: “εξέχουσες προσωπικότητες που επηρεάζουν” Σκοπιμότητα: εκλογές Νοέμβρη 1977
· 24/12/1977 Η αποφυλάκισή του.
Μια φορά νοσηλεύτηκε στο “ΔΑΦΝΙ” για ένα διάστημα λίγων ημερών, όπου οδηγήθηκε βίαια (ως συνήθως) ώσπου το 1987 οδηγήθηκε στις φυλακές του Κορυδαλλού με την κατηγορία του βιασμού γυναίκας (παλιάς φιλενάδας του). Από τότε αρχίζει ο ψυχολογικός κατήφορος του Άσιμου. Βγαίνει από τη φυλακή με χρηματική εγγύηση. Δε θα μπορέσει όμως να “χωνέψει” την κατηγορία αυτή. Η εκκρεμούσα δίκη μαζί με τα άλλα προβλήματα που ήταν πολλά, συσσωρεύτηκαν μέσα του, ξεπέρασε κάπου τον εαυτό του.
Έτσι στις 17 Μάρτη 1988 βρέθηκε κρεμασμένος σπίτι του. Ήταν η τελευταία του “Βόλτα”. Προηγουμένως είχε επανειλημμένα τηλεφωνήσει απεγνωσμένα σε φίλους...
Ο Νικόλας Άσιμος ηχογραφούσε, αρχικά, μόνος του τα τραγούδια του σε κασσέτες και τα διακινούσε ο ίδιος ή μέσω φίλων του, εκεί που αυτός γούσταρε μακρυά από τα συμφέροντα και τους περιορισμούς που επιβάλλει η συνεργασία με οποιαδήποτε δισκογραφική εταιρεία. Την πρώτη κασσέτα που ηχογράφησε την ονόμασε
"παράνομη κασσέτα No.000001"(κασσέτα με το βαρέλι που για να βγει το σπάει). Στο εξώφυλλο της επανέκδοσης αυτής της κασσέτας ο Νικόλας
γράφει.
Ακολούθησαν οι παράνομες κασσέτες
000002,
000003 και
000004 με τους τίτλους: "Είμαι παλιάνθρωπος", "Γιατί φοράς κλουβί" και "Klaste eleftheros".
Το επόμενο τρίο κασσετών, δηλαδη οι κασσέτες
000005,
000006 και
000007 ονομάστηκαν: "Ο Σάλιαγκας", "Η Ζαβολιά" και "Πάλι στην Ξεφτίλα" αντίστοιχα.
Οι δυο τελευταίες κασσέτες ήταν η 000008, "Το Φανάρι του Διογένη" και η 000009, "Ο Ξαναπές". Οι κασσέτες αυτές περιέχουν τις πρώτες ηχογραφήσεις των αντίστοιχων δίσκων.
-Στα 1982 ο Νικόλας υπογράφει ένα συμβόλαιο με την ΜΙΝΟΣ και βγάζει τον πρώτο του δίσκο στο τέλος της χρονιάς. “ΞΑΝΑΠΕΣ” ο τίτλος του και συμμετέχουν η Χαρούλα Αλεξίου με 2 τραγούδια καθώς και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Ξεχωρίζει στο οπισθόφυλλο το
σημείωμα του ίδιου του Νικόλα.
-Το 1987 δίνει ως συνθέτης 5 τραγούδια στο Βασίλη Παπακωνσταντίνου για τον δίσκο “ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΑΤΑ”.
-Το 1989 κυκλοφορεί από τη ΜΙΝΟΣ το δεύτερο του προσωπικό LP: “Το Φαναρι του Διογένη”. Ο Νικόλας δεν βρίσκεται όμως πια στη ζωή. Η Σωτηρία Λεονάρδου (που από λάθος (;) αναγράφεται στο οπισθόφυλλο του δίσκου ως Σοφία) ερμηνεύει 2 τραγούδια και αναφέρει χαρακτηριστικά ότι : “Έγινε παρέμβαση από την εταιρία. Τα τραγούδια του είτε κόπηκαν είτε ωραιοποιήθηκαν”. Επισήμως, στις ηχογραφήσεις για τις κασέτες στηρίχθηκε αυτός ο δίσκος, με υλικό (πολυκάναλες μπομπίνες) από το αρχείο της φίλης του Πόλυς Καλαντζή, μουσική επιμέλεια των Θ. Παπαδόπουλου, Δ. Τράνταλη και προσωπική φροντίδα του Βασίλη Παπακωνσταντίνου.
-Τέλος το 1992 κυκλοφορεί απ’ο την ΜΒΙ ο τρίτος δισκος του Νικόλα με τίτλο: “ Στο φαλημέντο του κόσμου “. Το ομώνυμο τραγούδι ερμηνεύει ο Παπακωνσταντίνου που συμμετέχει με 2 τραγούδια. Τα υπόλοιπα 7 τραγούδια τα ερμηνεύει ο ίδιος ο συνθέτης. Επισήμως πάλι, κρατήθηκαν παντού τα όργανα από την αυθεντική ηχογράφηση, όσα παρουσίαζαν μια ηχογραφική μουσική και ρυθμική επάρκεια και προστέθηκε το παίξιμο άλλων μουσικών με ενορχηστρωτή τον κιθαρίστα Χριστόφορο Κροκίδη και ηχολήπτη το Σάκκη Τρίκκη.
(Από τον ιστοχώρο των φίλων του Νικόλα Άσιμου: leonardo.spidernet.net/Recreatus/424/asimos.html)
Νικόλα Άσιμε να περνάς καλά εκεί "πάνω"...